Oι όγκοι του δέρματος διακρίνονται σε καλοήθεις και κακοήθεις. H διάκριση μεταξύ των δύο κατηγοριών δεν είναι πάντοτε εύκολη από τον κλινικό γιατρό. Tις περισσότερες φορές μια βλάβη του δέρματος είναι απαραίτητο να αφαιρεθεί χειρουργικά και να εξεταστεί από παθολογοανατόμο. H ιστολογική εξέταση ενός ογκιδίου θα θέσει με ακρίβεια τη διάγνωση.
Oι ενδείξεις για τη θεραπευτική αντιμετώπιση ενός καλοήθους όγκου μπορεί να είναι:
- οργανικές, όταν ο όγκος αλλάζει συμπεριφορά δηλαδή μεγαλώνει απότομα, αλλάζει χροιά, εξελκούται, προκαλεί πόνο ή κνησμό και
- αισθητικές, όταν προκαλεί δυσμορφία λόγω θέσης, μεγέθους ή χροιάς.
Tα καρκινώματα του δέρματος αποτελούν τη συχνότερη μορφή νεοπλάσματος στον άνθρωπο (το ποσοστό εμφάνισης σε πληθυσμό άνω των 65 χρόνων είναι 40 – 50%).
ΒΑΣΙΚΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ (BCC)
Αποτελεί το 80% των καρκίνων του δέρματος που δεν είναι μελάνωμα. Μπορεί να εμφανιστεί οπουδήποτε στο σώμα, αλλά, πιο συχνά εμφανίζεται στις εκτεθειμένες περιοχές όπως είναι το πρόσωπο.
Το πιο πρώιμο σημάδι μπορεί να είναι μια κόκκινη επίπεδη επιφάνεια, ένα μικρό ογκίδιο, ένα μικρό σημείο που αιμορραγεί όταν έρχεται σε επαφή με την πετσέτα, ένα μικρό έλκος (πληγή), ή μια κρούστα στο δέρμα η οποία επιμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν επουλώνεται.
ΑΚΑΝΘΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ (SCC)
Οι περισσότερες από τις αρχές που αναφέρθηκαν για το Βασικοκυτταρικό Καρκίνωμα ισχύουν και για το Ακανθοκυτταρικό Καρκίνωμα (SCC). Περίπου 20% των καρκίνων του δέρματος που δεν είναι μελάνωμα είναι ακανθοκυτταρικά καρκινώματα. Η διαφοροποίηση BCC και SCC μπορεί συχνά να γίνει μονάχα με τη χρήση μικροσκοπίου, καθώς η εξωτερική τους εμφάνιση μπορεί να είναι ακριβώς η ίδια. Το Ακανθοκυτταρικό Καρκίνωμα τείνει να μεγαλώνει πιο γρήγορα, εξελκώνεται πιο γρήγορα, όπως επίσης δημιουργεί γρήγορα κάποιο υπεργερμένο ογκίδιο με ή χωρίς κρούστα (εφελκίδα). Μπορεί να εμφανιστεί οπουδήποτε στο σώμα αλλά πιο συνηθισμένη εντόπισή του είναι στα χείλη και στα αυτιά.
ΚΕΡΑΤΟΑΚΑΝΘΩΜΑ (Κ.Α.)
Είναι ένας πολύ γρήγορα αναπτυσσόμενος δερματικός όγκος, ο οποίος μορφολογικά έχει ακριβώς την ίδια εμφάνιση με το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα, αλλά δεν είναι κακοήθης.
Η ακριβής διάγνωσή του γίνεται με τη μικροσκοπική εξέταση του όγκου, μετά την αφαίρεσή του και η θεραπεία του είναι ίδια με του SCC.
Δε δίνει μεταστάσεις, αλλά μπορεί να επανεμφανιστεί τοπικά. Λόγω της απόλυτης ομοιότητας της εξωτερικής εμφάνισής του με το SCC, είναι πολύ σημαντικό οποιαδήποτε ύποπτη περιοχή που μοιάζει με Κ.Α. να αφαιρείται χειρουργικά και να εξετάζεται ιστολογικά για τον αποκλεισμό SCC.
ΠΡΟΚΑΡΚΙΝΩΜΑΤΩΔΕΙΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Χαρακτηριστικές τέτοιες αλλοιώσεις είναι αδρές στην αφή και προσομοιάζουσες με λέπια περιοχές του δέρματος, μικρές πληγές οι οποίες δεν κλείνουν, αλλαγές στο χρώμα και στο σχήμα ήδη υπαρχόντων σπίλων (ελιές) και εμφάνιση νέων σπιλών.
Σημαντικές αλλαγές σε μορφώματα του δέρματος πρέπει να εξετάζονται όσο το δυνατόν πιο σύντομα από εξειδικευμένους ιατρούς, ώστε η αντιμετώπισή τους να γίνεται σε όσο το δυνατόν πιο πρώιμα στάδια. Αυτό συμβάλλει στην αποφυγή της ανάγκης εκτεταμένων επανορθωτικών χειρουργείων που απαιτούνται όταν αυτές οι περιοχές δεν διαγνωστούν και αντιμετωπιστούν έγκαιρα. Τέλος, οι πολίτες πρέπει να είναι πολύ επιφυλακτικοί στη χρήση ουσιών και θεραπευτικών μεθόδων άλλων πλην των ιατρικά αποδεδειγμένων ορθών, που μπορεί να προτείνονται από μη ειδικούς, διότι η πιθανή επούλωση του επιφανειακού έλκους που προκαλεί ένας δερματικός όγκος δεν έχει κανένα θεραπευτικό αποτέλεσμα στα βαθύτερα τμήματα του όγκου.
Ο δερματικός καρκίνος είναι ένας καρκίνος όπως όλους τους άλλους, και μπορεί να αποβεί θανατηφόρος εάν δεν υποβληθεί σε πρώιμη και κατάλληλη θεραπεία.
ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΜΕΛΑΧΡΩΜΑΤΙΚΟΙ ΣΠΙΛΟΙ
Είναι σπίλοι (ελιές) οι οποίοι, είτε υφίστανται από τη γέννηση του ατόμου, είτε γίνονται εμφανείς εντός του πρώτου χρόνου της ζωής του. Χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: τους μικρούς, τους μεσαίους και τους μεγάλους ή γιγάντιους. Οι γιγάντιοι είναι οι σπίλοι που έχουν διάμετρο 20 cm ή περισσότερο κατά την ενηλικίωση. Οι συγγενείς σπίλοι αυξάνουν σε μέγεθος κατά τη διάρκεια της σωματικής ανάπτυξης. ΈΈτσι, σπίλοι που κατά την νεογνική περίοδο της ζωής έχουν διάμετρο 7cm στον κορμό και 11cm στο κεφάλι, κατά την ενηλικίωση θα φτάσουν στο μέγεθος των 20cm.
Οι συγγενείς σπίλοι μπορούν να έχουν διάφορα χρώματα, ανώμαλη επιφάνεια, τριχοφυΐα και ανώμαλα όρια. Οι μεγάλοι συγγενείς σπίλοι εμφανίζουν μια υψηλότερη πιθανότητα κακοήθους εξαλλαγής σε σχέση με τους μικρότερους συγγενείς σπίλους. Η πιθανότητα αυτή βάση διαφόρων μελετών είναι από 5% έως 20%. Το μέγεθος, τα χαρακτηριστικά, και η εντόπιση ενός συγγενή μελαχρωματικού σπίλου καθορίζουν τον τρόπο και τον χρόνο αντιμετώπισής του. Είναι σημαντικό να γνωρίζετε ότι πολύ μεγάλοι συγγενείς μελαχρωματικοί σπίλοι, καταλαμβάνουν ολόκληρο το πάχος του δέρματος, και μερικές φορές επεκτείνονται και στους υποκείμενους ιστούς. Η προτεινόμενη θεραπεία είναι η πλήρης ει δυνατόν χειρουργική αφαίρεσή τους, είτε κατά στάδια, είτε με τη χρήση διατατήρων δέρματος, είτε με την χρήση δερματικών μοσχευμάτων.
ΜΕΛΑΝΩΜΑ
Το μελάνωμα του δέρματος αποτελεί την έκτη πιο συχνή αιτία καρκίνου στις ΗΠΑ. Υπολογίζεται ότι 20% των ανθρώπων που αναπτύσσουν μελάνωμα θα πεθάνουν εντός 5 ετών από την ημέρα της διάγνωσης, λόγω της μεγάλης ικανότητας του καρκίνου αυτού να δίνει μεταστάσεις. Πρώιμη ανίχνευση και διάγνωση είναι κρίσιμοι παράγοντες για την επιβίωση του ασθενούς. Άτομα με μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν μελάνωμα είναι αυτά με πολλαπλούς σπίλους (ελιές), μεγάλους συγγενείς σπίλους (εκ γενετής), οικογενειακό ιστορικό πολλαπλών άτυπων σπίλων ή μελανώματος και τέλος άτομα με ιστορικό προηγούμενης παρατεταμένης έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία και ηλιακών εγκαυμάτων. Οι πρωτοπαθείς εστίες εμφανίζονται πιο συχνά στους μεν άντρες στον κορμό, στις δε γυναίκες στα κάτω άκρα.
Η θεραπεία του μελανώματος είναι κατά βάση χειρουργική. Ανάλογα με το βάθος διήθησης της βλάβης γίνεται ευρεία εκτομή της πάσχουσας περιοχής και ανά περίπτωση έλεγχος των επιχώριων λεμφαδένων με τη μέθοδο της βιοψίας του φρουρού λεμφαδένα. Την ημέρα της επέμβασης ή την προηγούμενη θα σας. ζητηθεί να κάνετε ένα λεμφοσπινθηρογράφημα, με το οποίο μαρκάρεται η περιοχή που βρίσκεται ο φρουρός λεμφαδένας. Διεγχειρητικά χρησιμοποιούμε την πλέον σύγχρονη τεχνική ανίχνευσης του φρουρού λεμφαδένα το οποίο περιλαμβάνει την ICG λεμφαγγειογραφία, κατά την οποία μέσω ειδικής κάμερας μπορούμε με μεγάλη ακρίβεια να ανιχνεύσουμε τον λεμφαδένα ο οποίος θα δεχόταν πρώτος μία πιθανή μετάσταση.
Ανάλογα με το αποτεέλσμα εξέτασης του φρουρού λεμφαδένα, μπορεί να απαιτηθεί η αφαίρεση όλων των λεμφαδένων που παροχετεύουν την πάσχουσα περιοχή. Αυτό ονομάζεται λεμφαδενικός καθαρισμός.
Μπορείτε να επισκεφτείτε το blog μας στην κατηγορία επανορθωτική χειρουργική και να βρείτε επιπλέον πληροφορίες.